Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψήχω
ψιά
ψιαθηδόν
ψιαθίζομαι
ψιάθιον
ψιαθοπλόκος
ψίαθος
ψιαθώδης
ψιάς
ψίζομαι
ψίζω
ψιθυρίζω
ψιθύρισμα
ψιθυρισμός
ψιθυριστής
ψιθυριστικός
ψιθυρός
ψίθυρος
ψιλαγία
ψιλάγναφος
ψίλαξ2
View word page
ψίζω
to feed on pap

ShortDef

to feed on pap

Debugging

Headword:
ψίζω
Headword (normalized):
ψίζω
Headword (normalized/stripped):
ψιζω
IDX:
97940
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97941
Key:

Data

{'content': 'to feed on pap'}