Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψηφωτός
ψηχρός
ψήχω
ψιά
ψιαθηδόν
ψιαθίζομαι
ψιάθιον
ψιαθοπλόκος
ψίαθος
ψιαθώδης
ψιάς
ψίζομαι
ψίζω
ψιθυρίζω
ψιθύρισμα
ψιθυρισμός
ψιθυριστής
ψιθυριστικός
ψιθυρός
ψίθυρος
ψιλαγία
View word page
ψιάς
a drop

ShortDef

a drop

Debugging

Headword:
ψιάς
Headword (normalized):
ψιάς
Headword (normalized/stripped):
ψιας
IDX:
97938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97939
Key:

Data

{'content': 'a drop'}