Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψηφοφόρος
ψηφόω
ψήφων
ψηφωτός
ψηχρός
ψήχω
ψιά
ψιαθηδόν
ψιαθίζομαι
ψιάθιον
ψιαθοπλόκος
ψίαθος
ψιαθώδης
ψιάς
ψίζομαι
ψίζω
ψιθυρίζω
ψιθύρισμα
ψιθυρισμός
ψιθυριστής
ψιθυριστικός
View word page
ψιαθοπλόκος
a plaiter of mats

ShortDef

a plaiter of mats

Debugging

Headword:
ψιαθοπλόκος
Headword (normalized):
ψιαθοπλόκος
Headword (normalized/stripped):
ψιαθοπλοκος
IDX:
97935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97936
Key:

Data

{'content': 'a plaiter of mats'}