Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψηφολογικός
ψηφολόγος
ψηφοπαικτέω
ψηφοπαίκτης
ψηφοπαιξία
ψηφοπεριβομβήτρια
ψηφοποιός
ψῆφος
ψηφοφορέω
ψηφοφορία
ψηφοφόρος
ψηφόω
ψήφων
ψηφωτός
ψηχρός
ψήχω
ψιά
ψιαθηδόν
ψιαθίζομαι
ψιάθιον
ψιαθοπλόκος
View word page
ψηφοφόρος
giving one’s vote

ShortDef

giving one’s vote

Debugging

Headword:
ψηφοφόρος
Headword (normalized):
ψηφοφόρος
Headword (normalized/stripped):
ψηφοφορος
IDX:
97925
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97926
Key:

Data

{'content': 'giving one’s vote'}