Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ψηφοθέτης
ψηφοθήκη
ψηφολογεῖον
ψηφολογέω
ψηφολογικός
ψηφολόγος
ψηφοπαικτέω
ψηφοπαίκτης
ψηφοπαιξία
ψηφοπεριβομβήτρια
ψηφοποιός
ψῆφος
ψηφοφορέω
ψηφοφορία
ψηφοφόρος
ψηφόω
ψήφων
ψηφωτός
ψηχρός
ψήχω
ψιά
View word page
ψηφοποιός
making votes
ShortDef
making votes
Debugging
Headword:
ψηφοποιός
Headword (normalized):
ψηφοποιός
Headword (normalized/stripped):
ψηφοποιος
IDX:
97921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97922
Key:
Data
{'content': 'making votes'}