Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψηφιδοφόρος
ψηφιδώδης
ψηφίζω
ψηφικός
ψήφινος
ψηφίον
ψηφίς
ψήφισις
ψήφισμα
ψηφισματοπώλης
ψηφισματώδης
ψηφισμός
ψηφιστέον
ψηφιστής
ψηφοβόλον
ψηφοειδής
ψηφοθεσμία
ψηφοθέτης
ψηφοθήκη
ψηφολογεῖον
ψηφολογέω
View word page
ψηφισματώδης
of the nature of a decree

ShortDef

of the nature of a decree

Debugging

Headword:
ψηφισματώδης
Headword (normalized):
ψηφισματώδης
Headword (normalized/stripped):
ψηφισματωδης
IDX:
97904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97905
Key:

Data

{'content': 'of the nature of a decree'}