Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄοσμος
ἀοσσέω
ἀοσσητήρ
ἀοσφόρος
Ἀουεντῖνος
ἀούματα
ἄουτος
ἀοχλησία
ἀόχλητος
ἄοχλος
ἄοψ
ἀπαβοιδῶρ
ἀπαγγελία
ἀπαγγέλλω
ἀπαγγελτήρ
ἀπαγγελτικός
ἄπαγε
ἀπαγελάζω
ἀπάγελος
ἀπαγής
ἀπαγινέω
View word page
ἄοψ
without eyes
ShortDef
without eyes
Debugging
Headword:
ἄοψ
Headword (normalized):
ἄοψ
Headword (normalized/stripped):
αοψ
IDX:
9783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9784
Key:
Data
{'content': 'without eyes'}