Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ψεκτέον
ψέκτης
ψεκτικός
ψεκτός
ψέλιον
ψελιοποιός
ψελιοφόρος
ψελιόω
ψελλίζω
ψελλινία
ψέλλισμα
ψελλισμός
ψελλιστής
ψελλός
ψελλότης
ψεμμή
ψέξις
ψευδαγγελέω
ψευδαγγελία
ψευδάγγελος
ψευδαγνοέω
View word page
ψέλλισμα
inarticulate speech

ShortDef

inarticulate speech

Debugging

Headword:
ψέλλισμα
Headword (normalized):
ψέλλισμα
Headword (normalized/stripped):
ψελλισμα
IDX:
97706
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97707
Key:

Data

{'content': 'inarticulate speech'}