Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀορισταίνω
ἀοριστέω
ἀοριστία
ἀόριστος
ἀοριστόω
ἀοριστώδης
ἀόρμητος
ἄορνος
ἀορτέω
ἀορτή
ἀορτήρ
ἄορτρα
ἀόρχης
ἀοσμία
ἄοσμος
ἀοσσέω
ἀοσσητήρ
ἀοσφόρος
Ἀουεντῖνος
ἀούματα
ἄουτος
View word page
ἀορτήρ
a strap to hang

ShortDef

a strap to hang

Debugging

Headword:
ἀορτήρ
Headword (normalized):
ἀορτήρ
Headword (normalized/stripped):
αορτηρ
IDX:
9769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9770
Key:

Data

{'content': 'a strap to hang'}