Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ψάλλω
ψάλμα
ψαλμίζω
ψαλμός
ψαλμοχαρής
ψαλμῳδία
ψαλμῳδός
ψαλτήριον
ψάλτης
ψαλτικός
ψαλτός
ψάλτρια
ψαλτῳδέω
Ψαμάθη
ψαμαθηΐς
ψαμαθία
ψάμαθος
ψαμαθώδης
ψαμμαῖος
ψαμμακοσιογάργαροι
ψαμμακόσιοι
View word page
ψαλτός
sung to the harp, sung of
ShortDef
sung to the harp, sung of
Debugging
Headword:
ψαλτός
Headword (normalized):
ψαλτός
Headword (normalized/stripped):
ψαλτος
IDX:
97645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97646
Key:
Data
{'content': 'sung to the harp, sung of'}