Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χωρητέον
χωρητικός
χωρί
χωρίδιον
χωρίζω
χωρικός
χωρίον
χωρίς
χωρίσιμος
χώρισις
χώρισμα
χωρισμός
χωριστέον
χωριστέος
χωριστής
χωριστικός
χωριστός
χωρίτης
χωριτικός
χωρμετρέω
χωρμέτρης
View word page
χώρισμα
a separated space

ShortDef

a separated space

Debugging

Headword:
χώρισμα
Headword (normalized):
χώρισμα
Headword (normalized/stripped):
χωρισμα
IDX:
97567
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97568
Key:

Data

{'content': 'a separated space'}