Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χώρη
χώρημα
χώρησις
χωρητέον
χωρητικός
χωρί
χωρίδιον
χωρίζω
χωρικός
χωρίον
χωρίς
χωρίσιμος
χώρισις
χώρισμα
χωρισμός
χωριστέον
χωριστέος
χωριστής
χωριστικός
χωριστός
χωρίτης
View word page
χωρίς
separately, asunder, apart, by oneself
ShortDef
separately, asunder, apart, by oneself
Debugging
Headword:
χωρίς
Headword (normalized):
χωρίς
Headword (normalized/stripped):
χωρις
IDX:
97564
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97565
Key:
Data
{'content': 'separately, asunder, apart, by oneself'}