Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀολλήδην
ἀολλής
ἀολλίζω
Ἀονία
Ἀόνιος
ἄοπλος
ἄοπος
ἄοπτος
ἄορ
ἀορασία
ἀόρατος
ἀόρβιτος
ἀοργησία
ἀόργητος
ἀορισταίνω
ἀοριστέω
ἀοριστία
ἀόριστος
ἀοριστόω
ἀοριστώδης
ἀόρμητος
View word page
ἀόρατος
unseen, not to be seen, invisible
ShortDef
unseen, not to be seen, invisible
Debugging
Headword:
ἀόρατος
Headword (normalized):
ἀόρατος
Headword (normalized/stripped):
αορατος
IDX:
9755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9756
Key:
Data
{'content': 'unseen, not to be seen, invisible'}