Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χωνευτός
χωνεύω
χωνίον
χώομαι
χώρα
χωράζω
χωραρχία
χωράσμιος
χώραυλος
χωραφιαῖος
χωράφιον
χωρεπίσκοπος
χωρέω
χώρη
χώρημα
χώρησις
χωρητέον
χωρητικός
χωρί
χωρίδιον
χωρίζω
View word page
χωράφιον
small farm

ShortDef

small farm

Debugging

Headword:
χωράφιον
Headword (normalized):
χωράφιον
Headword (normalized/stripped):
χωραφιον
IDX:
97551
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97552
Key:

Data

{'content': 'small farm'}