Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄοκνος
ἀολλήδην
ἀολλής
ἀολλίζω
Ἀονία
Ἀόνιος
ἄοπλος
ἄοπος
ἄοπτος
ἄορ
ἀορασία
ἀόρατος
ἀόρβιτος
ἀοργησία
ἀόργητος
ἀορισταίνω
ἀοριστέω
ἀοριστία
ἀόριστος
ἀοριστόω
ἀοριστώδης
View word page
ἀορασία
inability to see, blindness

ShortDef

inability to see, blindness

Debugging

Headword:
ἀορασία
Headword (normalized):
ἀορασία
Headword (normalized/stripped):
αορασια
IDX:
9754
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9755
Key:

Data

{'content': 'inability to see, blindness'}