Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χωματογραφία
χωματοφύλαξ
Χών
χωνεία
χωνεῖον
χώνευμα
χωνευτήριον
χωνευτής
χωνευτός
χωνεύω
χωνίον
χώομαι
χώρα
χωράζω
χωραρχία
χωράσμιος
χώραυλος
χωραφιαῖος
χωράφιον
χωρεπίσκοπος
χωρέω
View word page
χωνίον
crucible

ShortDef

crucible

Debugging

Headword:
χωνίον
Headword (normalized):
χωνίον
Headword (normalized/stripped):
χωνιον
IDX:
97543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97544
Key:

Data

{'content': 'crucible'}