Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀοιδοτόκος
ἀοίκητος
ἄοικος
ἀοινέω
ἀοινία
ἄοινος
ἀοκνία
ἄοκνος
ἀολλήδην
ἀολλής
ἀολλίζω
Ἀονία
Ἀόνιος
ἄοπλος
ἄοπος
ἄοπτος
ἄορ
ἀορασία
ἀόρατος
ἀόρβιτος
ἀοργησία
View word page
ἀολλίζω
to gather together
ShortDef
to gather together
Debugging
Headword:
ἀολλίζω
Headword (normalized):
ἀολλίζω
Headword (normalized/stripped):
αολλιζω
IDX:
9747
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9748
Key:
Data
{'content': 'to gather together'}