Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χυλωτός
χύμα
χυμάτιον
χυμεία
χύμευσις
χυμευτικός
χυμίζω
χυμός
χυμόω
χυμώδης
χυρβιάζω
χύσις
χυτήρ
χύτης
χυτικός
χυτλάζω
χύτλον
χυτλόω
χυτός
χύτρα
χύτρειος
View word page
χυρβιάζω
swine-collar

ShortDef

swine-collar

Debugging

Headword:
χυρβιάζω
Headword (normalized):
χυρβιάζω
Headword (normalized/stripped):
χυρβιαζω
IDX:
97475
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97476
Key:

Data

{'content': 'swine-collar'}