Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χυλιστά
χυλοειδής
χυλοποιέω
χυλός
χυλόω
χύλωσις
χυλωτός
χύμα
χυμάτιον
χυμεία
χύμευσις
χυμευτικός
χυμίζω
χυμός
χυμόω
χυμώδης
χυρβιάζω
χύσις
χυτήρ
χύτης
χυτικός
View word page
χύμευσις
alloy
ShortDef
alloy
Debugging
Headword:
χύμευσις
Headword (normalized):
χύμευσις
Headword (normalized/stripped):
χυμευσις
IDX:
97469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97470
Key:
Data
{'content': 'alloy'}