Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χρυσωτής
χρυσωτός
χρυσώτρια
χρυσώψ
χρῴζω
χρῶμα
χρωματίζω
χρωματικός
χρωμάτινος
χρωμάτιον
χρωματισμός
χρωματοποιία
χρωματοπώλης
χρωματουργία
χρωματουργός
χρωμοκρασία
χρώννυμι
χρώς
χρῶσις
χρωστήρ
χρωτίζω
View word page
χρωματισμός
colouring, dyeing

ShortDef

colouring, dyeing

Debugging

Headword:
χρωματισμός
Headword (normalized):
χρωματισμός
Headword (normalized/stripped):
χρωματισμος
IDX:
97437
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97438
Key:

Data

{'content': 'colouring, dyeing'}