Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χρυσοφαής
χρυσοφάλαρος
χρυσοφανής
χρυσόφαντος
χρυσοφάσγανος
χρυσοφεγγής
χρυσόφιλος
χρυσοφορέω
χρυσοφορητός
χρυσοφορία
χρυσοφόρος
χρύσοφρυς
χρυσοφύλαξ
χρυσοχαῖτα
χρυσοχαίτης
χρυσοχάλινος
χρυσόχαλκος
χρυσόχειρ
χρυσόχελυς
χρυσοχίτων
χρυσοχοεῖον
View word page
χρυσοφόρος
wearing gold

ShortDef

wearing gold

Debugging

Headword:
χρυσοφόρος
Headword (normalized):
χρυσοφόρος
Headword (normalized/stripped):
χρυσοφορος
IDX:
97394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97395
Key:

Data

{'content': 'wearing gold'}