Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀοιδή
ἀοιδιάω
ἀοιδικός
ἀοίδιμος
ἀοιδοθέτης
ἀοιδοκῆρυξ
ἀοιδομάχος
ἀοιδοπόλος
ἀοιδός
ἀοιδοτόκος
ἀοίκητος
ἄοικος
ἀοινέω
ἀοινία
ἄοινος
ἀοκνία
ἄοκνος
ἀολλήδην
ἀολλής
ἀολλίζω
Ἀονία
View word page
ἀοίκητος
uninhabited
ShortDef
uninhabited
Debugging
Headword:
ἀοίκητος
Headword (normalized):
ἀοίκητος
Headword (normalized/stripped):
αοικητος
IDX:
9738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9739
Key:
Data
{'content': 'uninhabited'}