Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χρυσάρματος
χρύσασπις
χρυσαττικός
χρυσαύγεια
χρυσαυγέω
χρυσαυγής
χρύσαφος
Χρυσάωρ
χρυσεγχής
χρυσεῖον
χρυσεκλέκτης
χρυσελεφαντήλεκτρος
χρυσελεφάντινος
χρυσέμβολος
χρυσέμπαικτος
χρυσένδετος
χρυσεοβόστρυχος
χρυσεόδμητος
χρυσεόδους
χρυσεόκυκλος
χρυσεοπήνητος
View word page
χρυσεκλέκτης
one who picks gold-dust from river-sand, gold-washer
ShortDef
one who picks gold-dust from river-sand, gold-washer
Debugging
Headword:
χρυσεκλέκτης
Headword (normalized):
χρυσεκλέκτης
Headword (normalized/stripped):
χρυσεκλεκτης
IDX:
97197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97198
Key:
Data
{'content': 'one who picks gold-dust from river-sand, gold-washer'}