Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χρονίσκος
χρονισμός
χρονιστέον
χρονιστέος
χρονιστός
χρονογραφέω
χρονογραφία
χρονογράφος
χρονοκρατέω
χρονοκράτωρ
χρονολάβον
χρόνος
χρονοτριβέω
χρονόω
χρούστη
χρυσάετος
χρύσαιγις
χρυσαΐζω
χρυσάκτιν
χρυσαλλίς
χρύσαμμος
View word page
χρονολάβον
instrument for measuring time

ShortDef

instrument for measuring time

Debugging

Headword:
χρονολάβον
Headword (normalized):
χρονολάβον
Headword (normalized/stripped):
χρονολαβον
IDX:
97165
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97166
Key:

Data

{'content': 'instrument for measuring time'}