Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χρονιότης
χρονίσκος
χρονισμός
χρονιστέον
χρονιστέος
χρονιστός
χρονογραφέω
χρονογραφία
χρονογράφος
χρονοκρατέω
χρονοκράτωρ
χρονολάβον
χρόνος
χρονοτριβέω
χρονόω
χρούστη
χρυσάετος
χρύσαιγις
χρυσαΐζω
χρυσάκτιν
χρυσαλλίς
View word page
χρονοκράτωρ
heavenly body dominant for a specified period
ShortDef
heavenly body dominant for a specified period
Debugging
Headword:
χρονοκράτωρ
Headword (normalized):
χρονοκράτωρ
Headword (normalized/stripped):
χρονοκρατωρ
IDX:
97164
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97165
Key:
Data
{'content': 'heavenly body dominant for a specified period'}