Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χρῖσις
χρῖσμα
χριστέον
χριστήριον
χρίστης
χριστιανικός
Χριστιανός
Χριστός
χριστός
χρίω
χροάζω
χροιά
χροΐζω
χροιή
χρόϊσις
χροϊσμός
χρόμαδος
χρόμη
Χρομίος
Χρόμις
χρόμις
View word page
χροάζω
colour
ShortDef
colour
Debugging
Headword:
χροάζω
Headword (normalized):
χροάζω
Headword (normalized/stripped):
χροαζω
IDX:
97139
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97140
Key:
Data
{'content': 'colour'}