Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χρησμοδοσία
χρησμοδοτέω
χρησμοδότημα
χρησμοδότης
χρησμολογέω
χρησμολογία
χρησμολογική
χρησμολόγιον
χρησμολόγος
χρησμολύτης
χρησμοπευστέω
χρησμοποιός
χρησμός
χρησμοσύνη
χρησμοφόρος
χρησμοφύλαξ
χρησμῳδέω
χρησμῴδημα
χρησμώδης
χρησμῳδία
χρησμῳδικός
View word page
χρησμοπευστέω
consult an oracle

ShortDef

consult an oracle

Debugging

Headword:
χρησμοπευστέω
Headword (normalized):
χρησμοπευστέω
Headword (normalized/stripped):
χρησμοπευστεω
IDX:
97084
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97085
Key:

Data

{'content': 'consult an oracle'}