Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χρηματιστής
χρηματιστικός
χρηματίτης
χρηματοδαίτης
χρηματοποιός
χρηματουργία
χρηματοφθορικός
χρηματοφυλάκιον
χρηματοφύλαξ
χρημοσύνη
χρησιμεύω
χρησιμολογέω
χρησιμολογία
χρήσιμος
χρησιμότης
χρῆσις
χρησμαγόρης
χρησμηγορέω
χρησμηγόρος
χρησμογράφιον
χρησμοδοσία
View word page
χρησιμεύω
to be useful
ShortDef
to be useful
Debugging
Headword:
χρησιμεύω
Headword (normalized):
χρησιμεύω
Headword (normalized/stripped):
χρησιμευω
IDX:
97064
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-97065
Key:
Data
{'content': 'to be useful'}