Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χονδροφυής
χονδρώδης
χόννος
χοοπλάστης
χοοποίησις
χοοπότης
χοότης
χοοφορέω
χοοφορία
χοραυλέω
χοραύλης
χορδά
χορδαψός
χόρδευμα
χορδεύω
χορδή
χορδολογέω
χορδοποιός
χορδοπώλης
χορδοστροφία
χορδοστρόφος
View word page
χοραύλης
one who accompanies a chorus on the aulos

ShortDef

one who accompanies a chorus on the aulos

Debugging

Headword:
χοραύλης
Headword (normalized):
χοραύλης
Headword (normalized/stripped):
χοραυλης
IDX:
96868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96869
Key:

Data

{'content': 'one who accompanies a chorus on the aulos'}