Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χολώδης
χολωτός
χονδράκανθος
χονδρεύω
χονδριάω
χονδρίλη
χονδρίον
χονδρίτης
χονδροβολία
χονδροκοπεῖον
χονδρονευρώδης
χονδροποιητικός
χονδροπτισάνη
χόνδρος
χονδρός
χονδροσύνδεσμος
χονδρότυπος
χονδροφυής
χονδρώδης
χόννος
χοοπλάστης
View word page
χονδρονευρώδης
neuro-cartilaginous, of a substance between cartilage and sinew

ShortDef

neuro-cartilaginous, of a substance between cartilage and sinew

Debugging

Headword:
χονδρονευρώδης
Headword (normalized):
χονδρονευρώδης
Headword (normalized/stripped):
χονδρονευρωδης
IDX:
96851
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96852
Key:

Data

{'content': 'neuro-cartilaginous, of a substance between cartilage and sinew'}