Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χολάω
χολέδρα
χολέρα
χολεριάω
χολερικός
χολερώδης
χολή
χολήβαφος
χοληγός
χοληδόχος
χολημεσία
χολημετέω
χολικός
χόλιξ
χόλιος
Χολλείδης
χολοβάφινος
χολοδεκτικός
χολόεις
χολοιβόρος
χολοποιός
View word page
χολημεσία
vomiting of bile
ShortDef
vomiting of bile
Debugging
Headword:
χολημεσία
Headword (normalized):
χολημεσία
Headword (normalized/stripped):
χολημεσια
IDX:
96828
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96829
Key:
Data
{'content': 'vomiting of bile'}