Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χοιρομάγειρος
χοιροπίθηκος
χοιροπωλέω
χοιροπώλης
χοῖρος
χοιροσφαγεῖον
χοιροσφαγία
χοιροσφάγος
χοιροτροφεῖον
χοιροφορέω
χοιροφόρημα
χοιρώδης
χοιρωδία
χολαγωγός
χολαῖος
Χολαργεύς
χολάς
χολάω
χολέδρα
χολέρα
χολεριάω
View word page
χοιροφόρημα
young pig
ShortDef
young pig
Debugging
Headword:
χοιροφόρημα
Headword (normalized):
χοιροφόρημα
Headword (normalized/stripped):
χοιροφορημα
IDX:
96811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96812
Key:
Data
{'content': 'young pig'}