Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χοιριδιέμπορος
χοιρίδιον
Χοιρίλος
χοιρίνας
χοιρίνη
χοίρινος
χοιρίον
χοιροβοσκός
χοιρογρύλλιος
χοιροδέλφαξ
χοιρόθλιψ
χοιροκομεῖον
χοιροκτονεῖον
χοιροκτόνος
χοιρομάγειρος
χοιροπίθηκος
χοιροπωλέω
χοιροπώλης
χοῖρος
χοιροσφαγεῖον
χοιροσφαγία
View word page
χοιρόθλιψ
pussy pincher
ShortDef
pussy pincher
Debugging
Headword:
χοιρόθλιψ
Headword (normalized):
χοιρόθλιψ
Headword (normalized/stripped):
χοιροθλιψ
IDX:
96797
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96798
Key:
Data
{'content': 'pussy pincher'}