Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀξιόλογος
ἀξιομάθητος
ἀξιομακάριστος
ἀξιόμαχος
ἀξιομίμητος
ἀξιομισής
ἀξιομνημόνευτος
ἀξιόμορφος
ἀξιόνικος
ἀξιοπενθής
ἀξιοπιστεύομαι
ἀξιοπιστία
ἀξιόπιστος
ἀξιόποινος
ἀξιοπρεπής
ἀξιοπροστάτευτος
ἀξιόρατος
Ἀξιός
ἄξιος
ἀξιοσέβαστος
ἀξιόσκεπτος
View word page
ἀξιοπιστεύομαι
to be worthy of belief

ShortDef

to be worthy of belief

Debugging

Headword:
ἀξιοπιστεύομαι
Headword (normalized):
ἀξιοπιστεύομαι
Headword (normalized/stripped):
αξιοπιστευομαι
IDX:
9678
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9679
Key:

Data

{'content': 'to be worthy of belief'}