Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χοῖνιξ
χοίρα
χοιραδικός
χοιραδώδης
χοιράς
χοιράφιος
Χοιρέαι
χοίρειος
χοιρέμπορος
χοίρεος
χοιρεών
χοιριδιέμπορος
χοιρίδιον
Χοιρίλος
χοιρίνας
χοιρίνη
χοίρινος
χοιρίον
χοιροβοσκός
χοιρογρύλλιος
χοιροδέλφαξ
View word page
χοιρεών
pig-sty

ShortDef

pig-sty

Debugging

Headword:
χοιρεών
Headword (normalized):
χοιρεών
Headword (normalized/stripped):
χοιρεων
IDX:
96786
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96787
Key:

Data

{'content': 'pig-sty'}