Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χλωροφαγέω
χλωροφάγος
χλωροφυλακία
χναῦμα
χναυρός
χναυστικός
χναύω
χνοάζω
χνοάω
χνόη
χνοΐζω
χνόϊος
χνόος
χνοώδης
χοαῖος
χοανεύω
χοάνη
χόανος
Χοάσπης
Χοασπῖτις
χοαχύτης
View word page
χνοΐζω
to be downy

ShortDef

to be downy

Debugging

Headword:
χνοΐζω
Headword (normalized):
χνοΐζω
Headword (normalized/stripped):
χνοιζω
IDX:
96756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96757
Key:

Data

{'content': 'to be downy'}