Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χλωρίασις
χλωριάω
χλωρίζω
χλωρίς
χλωρῖτις
χλωρίων
χλωροειδής
χλωρόκομος
χλωροκυρτίς
χλωρομέλας
χλωροποιός
χλωρόπτιλος
χλωρός
χλωροσαῦρα
χλωροστρουθίον
χλωρότης
χλωρότομος
χλωρότυρα
χλωροφαγέω
χλωροφάγος
χλωροφυλακία
View word page
χλωροποιός
making green

ShortDef

making green

Debugging

Headword:
χλωροποιός
Headword (normalized):
χλωροποιός
Headword (normalized/stripped):
χλωροποιος
IDX:
96738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96739
Key:

Data

{'content': 'making green'}