Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χλόϊα
χλοόκαρπος
χλοόμορφος
χλόος
χλουβοκεραμεύς
χλούνειος
χλούνης
χλοῦνις
χλοώδης
χλυρών
χλωράζω
χλωραθέω
χλωραίνομαι
χλωράκοπον
χλωραύχην
χλωρεύς
χλωρηΐς
χλωρίασις
χλωριάω
χλωρίζω
χλωρίς
View word page
χλωράζω
eat green provender

ShortDef

eat green provender

Debugging

Headword:
χλωράζω
Headword (normalized):
χλωράζω
Headword (normalized/stripped):
χλωραζω
IDX:
96721
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96722
Key:

Data

{'content': 'eat green provender'}