Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀξιόθεος
ἀξιόθεος2
ἀξιόθρηνος
ἀξιοθριάμβευτος
ἀξιοκαταφρόνητος
ἀξιοκοινώνητος
ἀξιόκτητος
ἀξιόληπτος
ἀξιόλογος
ἀξιομάθητος
ἀξιομακάριστος
ἀξιόμαχος
ἀξιομίμητος
ἀξιομισής
ἀξιομνημόνευτος
ἀξιόμορφος
ἀξιόνικος
ἀξιοπενθής
ἀξιοπιστεύομαι
ἀξιοπιστία
ἀξιόπιστος
View word page
ἀξιομακάριστος
worthy to be deemed happy

ShortDef

worthy to be deemed happy

Debugging

Headword:
ἀξιομακάριστος
Headword (normalized):
ἀξιομακάριστος
Headword (normalized/stripped):
αξιομακαριστος
IDX:
9670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9671
Key:

Data

{'content': 'worthy to be deemed happy'}