Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χλευαστικός
χλεύη
χλήδης
χλῆδος
χλιά
χλιαίνω
χλιαρός
χλιαρότης
χλιαροψύχιον
χλίασμα
χλιάω
χλιδαίνομαι
χλιδανός
χλιδανόσφυρος
χλιδάω
χλιδή
χλίδημα
χλιδιάω
χλίδων
χλιδωνόπους
χλίδωσις
View word page
χλιάω
to be warm
ShortDef
to be warm
Debugging
Headword:
χλιάω
Headword (normalized):
χλιάω
Headword (normalized/stripped):
χλιαω
IDX:
96680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96681
Key:
Data
{'content': 'to be warm'}