Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χλανιδοποιός
χλανίς
χλανίσκιον
χλανίτιδες
χλαρός
χλεμερός
χλευάζω
χλευασία
χλεύασμα
χλευασμός
χλευαστής
χλευαστικός
χλεύη
χλήδης
χλῆδος
χλιά
χλιαίνω
χλιαρός
χλιαρότης
χλιαροψύχιον
χλίασμα
View word page
χλευαστής
a mocker, scoffer

ShortDef

a mocker, scoffer

Debugging

Headword:
χλευαστής
Headword (normalized):
χλευαστής
Headword (normalized/stripped):
χλευαστης
IDX:
96669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96670
Key:

Data

{'content': 'a mocker, scoffer'}