Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χλαμυδηφόρος
χλαμύδιον
χλαμυδοειδής
χλαμυδόομαι
χλαμυδοποιία
χλαμυδουργία
χλαμυδουργός
χλαμυδοφορέω
χλαμυρός
χλαμύς
χλανίδιον
χλανιδοποιία
χλανιδοποιός
χλανίς
χλανίσκιον
χλανίτιδες
χλαρός
χλεμερός
χλευάζω
χλευασία
χλεύασμα
View word page
χλανίδιον
a woman's mantle
ShortDef
a woman's mantle
Debugging
Headword:
χλανίδιον
Headword (normalized):
χλανίδιον
Headword (normalized/stripped):
χλανιδιον
IDX:
96657
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96658
Key:
Data
{'content': "a woman's mantle"}