Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χλαινίζω
χλαινιστής
χλαινόω
χλαίνωμα
χλαμυδηφόρος
χλαμύδιον
χλαμυδοειδής
χλαμυδόομαι
χλαμυδοποιία
χλαμυδουργία
χλαμυδουργός
χλαμυδοφορέω
χλαμυρός
χλαμύς
χλανίδιον
χλανιδοποιία
χλανιδοποιός
χλανίς
χλανίσκιον
χλανίτιδες
χλαρός
View word page
χλαμυδουργός
a maker of χλαμύδες

ShortDef

a maker of χλαμύδες

Debugging

Headword:
χλαμυδουργός
Headword (normalized):
χλαμυδουργός
Headword (normalized/stripped):
χλαμυδουργος
IDX:
96653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96654
Key:

Data

{'content': 'a maker of χλαμύδες'}