Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χλάδω
χλαῖνα
χλαινηφόρος
χλαινίζω
χλαινιστής
χλαινόω
χλαίνωμα
χλαμυδηφόρος
χλαμύδιον
χλαμυδοειδής
χλαμυδόομαι
χλαμυδοποιία
χλαμυδουργία
χλαμυδουργός
χλαμυδοφορέω
χλαμυρός
χλαμύς
χλανίδιον
χλανιδοποιία
χλανιδοποιός
χλανίς
View word page
χλαμυδόομαι
to be clad in a chlamys

ShortDef

to be clad in a chlamys

Debugging

Headword:
χλαμυδόομαι
Headword (normalized):
χλαμυδόομαι
Headword (normalized/stripped):
χλαμυδοομαι
IDX:
96650
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96651
Key:

Data

{'content': 'to be clad in a chlamys'}