Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χιλιόπαλαι
χιλιόπηχυς
χιλιοστός
χιλιοστύς
χιλιοτάλαντος
χιλιοφόρος
χιλίωρος
χιλοποιέομαι
χιλός
χιλόω
χίλωμα
Χίλων
Χιλώνειος
χιλωτήρ
χίμαιρα
Χίμαιρα
χιμαίρειος
χιμαιρίς
χιμαιροβάτης
χιμαιροθύτης
χιμαιροφόνος
View word page
χίλωμα
fodder
ShortDef
fodder
Debugging
Headword:
χίλωμα
Headword (normalized):
χίλωμα
Headword (normalized/stripped):
χιλωμα
IDX:
96587
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96588
Key:
Data
{'content': 'fodder'}