Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
χιλιόομαι
χιλιόπαλαι
χιλιόπηχυς
χιλιοστός
χιλιοστύς
χιλιοτάλαντος
χιλιοφόρος
χιλίωρος
χιλοποιέομαι
χιλός
χιλόω
χίλωμα
Χίλων
Χιλώνειος
χιλωτήρ
χίμαιρα
Χίμαιρα
χιμαίρειος
χιμαιρίς
χιμαιροβάτης
χιμαιροθύτης
View word page
χιλόω
to feed
ShortDef
to feed
Debugging
Headword:
χιλόω
Headword (normalized):
χιλόω
Headword (normalized/stripped):
χιλοω
IDX:
96586
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96587
Key:
Data
{'content': 'to feed'}