Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χίθος
Χίλεος
χιλεύω
χιλήγονος
χιλιάγωνος
χιλιάζω
χιλιάκις
χιλίανδρος
χιλιάριθμος
χιλιάροτρος
χιλιαρχέω
χιλιάρχης
χιλιαρχία
χιλιαρχικός
χιλίαρχος
χιλιάς
χιλιαστήρ
χιλιετηρίς
χιλιέτης
χιλιοδύναμος
χίλιοι
View word page
χιλιαρχέω
to be a χιλίαρχος

ShortDef

to be a χιλίαρχος

Debugging

Headword:
χιλιαρχέω
Headword (normalized):
χιλιαρχέω
Headword (normalized/stripped):
χιλιαρχεω
IDX:
96559
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96560
Key:

Data

{'content': 'to be a χιλίαρχος'}