Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀξιέραστος
ἀξίνη
ἀξινοκράτημα
ἀξινόπληκτος
ἀξινῶρυξ
ἀξιοβίωτος
ἀξιοδάκρυτος
ἀξιόδοτος
ἀξιοεργός
ἀξιόζηλος
ἀξιοζήλωτος
ἀξιοζήτητος
ἀξιοθάνατος
ἀξιοθαύμαστος
ἀξιοθέατος
ἀξιόθεος
ἀξιόθεος2
ἀξιόθρηνος
ἀξιοθριάμβευτος
ἀξιοκαταφρόνητος
ἀξιοκοινώνητος
View word page
ἀξιοζήλωτος
enviable

ShortDef

enviable

Debugging

Headword:
ἀξιοζήλωτος
Headword (normalized):
ἀξιοζήλωτος
Headword (normalized/stripped):
αξιοζηλωτος
IDX:
9655
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9656
Key:

Data

{'content': 'enviable'}