Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χηνοβωτία
χηνομεγέθης
χηνυστράομαι
χηνώδης
χήρ
χήρα
χηραίνω
χηραιότης
χηράμβη
χηραμοδύτης
χηραμόθεν
χηραμός
χηραμύς
χηρεία
χήρειος
χήρευσις
χηρεύω
χήρη
χηρικός
χῆρος
χηροσύνη
View word page
χηραμόθεν
from or out of holes

ShortDef

from or out of holes

Debugging

Headword:
χηραμόθεν
Headword (normalized):
χηραμόθεν
Headword (normalized/stripped):
χηραμοθεν
IDX:
96502
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96503
Key:

Data

{'content': 'from or out of holes'}