Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

χηλαργός
χήλευμα
χηλευτός
χηλεύω
χηλή
χηλός
χηλόω
χήλωμα
χηλώτιον
χήμη
Χημία
χήμωσις
χήν
χηνάγριον
Χηναί
χηναλωπέκειος
χηναλωπεκιδεύς
χηναλώπηξ
χήνειος
χηνέρως
χήνημα
View word page
Χημία
Black-land. Chemmi

ShortDef

Black-land. Chemmi

Debugging

Headword:
Χημία
Headword (normalized):
χημία
Headword (normalized/stripped):
χημια
IDX:
96473
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-96474
Key:

Data

{'content': 'Black-land. Chemmi'}